«Το πρόβλημα της Ελλάδας; Ρωτήστε έναν επιχειρηματία» (29/01/2011)

Κομοτηνή, Ελλάδα
Ο Δημήτρης Πολιτόπουλος αναφέρει ότι έχει υποστεί αμέτρητες απογοητεύσεις στη 12χρονη μάχη του για την κατασκευή μίας μικροζυθοποιίας και την εξάλειψη μιας μιας λωρίδας της ελληνικής αγοράς μπύρας από τον ολλανδικό κολοσσό, τη Heineken.

Η υπομονή του έχει τελειώσει και τα προϊόντα του βανδαλίζονται από άγνωστα κόμματα, όπως λέει, και η ζυθοποιία του έχει λάβει απειλητικές τηλεφωνικές κλήσεις. Και συνεχίζει λέγοντας ότι έπρεπε να υπομείνει χλευαστικές τακτικές/αναφορές – άφησες το Μανχάταν για να δημιουργήσεις ένα εργοστάσιο μπύρας στη βόρεια Ελλάδα; – για να μην αναφέρουμε τον πόνο της απώλειας 5,3 εκατομμύρια ευρώ.

Κακό, όπως και όλα αυτά, τίποτα δεν τον προετοίμασε για αυτήν την πραγματικότητα: θα παραβίαζε το νόμο αν προσπαθούσε να εκπληρώσει το τελευταίο του – και το μεγαλύτερο σύμφωνα με τον ίδιο – επιχειρηματικό όνειρο. Το να παράγει, δηλαδή, το ζυθοποιείο του και να εξάγει μπουκάλια ενός αφεψήματος τύπου Snapple από τσάι βοτάνων, το οποίο καλλιεργεί στα βουνά που περιβάλλουν αυτή την πλούσια περιοχή της χώρας.

Ένα σκοτεινό διάταγμα που προβλέπει ότι ζυθοποιίες στην Ελλάδα πρέπει να παράγουν μπύρα και τίποτε άλλο. Ο κ. Πολιτόπουλος έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου έτους προσπαθώντας μάταια να πείσει την ελληνική κυβέρνηση για να αποσύρει το νόμο. «Είναι μάλλον ένας νόμος που χρονολογείται από το βασιλιά Όθωνα» είπε ο κ. Πολιτόπουλος με συγκρατημένο γέλιο, αναφερόμενος στο Βαυαρό βασιλιά της Ελλάδα που εισήγαγε μπύρα στη χώρα γύρω στο 1850.

Ένας εργαζόμενος ελέγχει τη γραμμή παραγωγής. Η μπύρα Βεργίνα της ζυθοποιίας έχει μερίδιο 5,5% στην ελληνική αγορά. Credit Eirini Vourloumis για τους New York Times

Καθισμένος στο γραφείο του ο κ. Πολιτόπουλος και πίνοντας μια γερή γουλιά μπύρας Premium Lager, από υψηλής ποιότητας σιτάρι, αναφέρει ότι ήταν παράλογο το γεγονός ότι έπρεπε να πιέσει τους Έλληνες πολιτικούς να αποσύρουν ένα νόμο του 19ου αιώνα, ώστε να παραδώσει τις εξαγωγές που η Ελλάδα χρειαζόταν επειγόντως. Ανέφερε δε, ότι η δυσκολία που αντιμετώπισε ήταν ακόμη χειρότερη: ήταν χαρακτηριστική του περιορισμού, των μονοπωλίων και άλλων στρεβλώσεων που κατέστησαν πολλές ελληνικές εταιρίες μη ανταγωνιστικές και ώθησαν τη χώρα κοντά στην πτώχευση.

«Γιατί νομίζετε ότι κανείς δεν είναι πρόθυμος να επενδύσει στην Ελλάδα;» ρώτησε. Οι Έλληνες ηγέτες λένε ότι καλωσορίζουν τις επιχειρήσεις, είπε, προσθέτοντας: «Ναι, προσπαθούν , αλλά πρέπει και να το υποστηρίξουν».

Για δεκαετίες, η Ελλάδα ήταν ένας θαυμάσιος τόπος για να είναι κανείς δικηγόρος, φαρμακοποιός, αρχιτέκτονας, πρόεδρος πανεπιστημίου ή ακόμα και οδηγός φορτηγού, καθώς όλα τα επαγγέλματα προστατεύονται από μια σειρά νόμων, οι οποίοι τους προστατεύουν από τοπικούς και ξένους ανταγωνιστές. Οι Έλληνες φαρμακοποιοί εξασφαλίζουν ένα ελάχιστο κέρδος από τις πωλήσεις τους και χρεώνουν μερικές από τις υψηλότερες τιμές στην Ευρώπη. Και επειδή έχουν καθορισμένα ελάχιστα τέλη, οι περίπου 40.000 δικηγόροι στην Ελλάδα λαμβάνουν περισσότερα για το χρόνο τους από ό,τι οι συνάδελφοί τους σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ήταν, επίσης, πολύ κερδοφόρο να είσαι ζυθοποιός στην Ελλάδα, αν ελέγχεις το 72% της αγοράς μπύρας, όπως κάνει τώρα η Heineken.

Η ελληνική οικονομία είναι γεμάτη με στρεβλώσεις. Για παράδειγμα, ο αριθμός των αδειών οδικών μεταφορών παρέμεινε αμετάβλητος στην Ελλάδα από το 1971, ενώ παράλληλα, η χώρα είναι μεταξύ των ηγετών του κόσμου σε κατά κεφαλήν δικηγόρους. Έχει έναν δικηγόρο για κάθε 250 άτομα, σε σύγκριση με περίπου έναν για τους 272 στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η επίπτωση στην ελληνική ανταγωνιστικότητα δεν θα μπορούσε να είναι πιο επιβλαβής/ολέθρια.

Το κόστος εργασίας στην Ελλάδα από το 2005 έως το 2010 ήταν κατά μέσο όρο 25% υψηλότερο από ό,τι στη Γερμανία, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της Variant Perception, μιας ερευνητικής εταιρείας που εδρεύει στο Λονδίνο. (Η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ισπανία έχουν επίσης ένα σχετικά υψηλό κόστος εργασίας.) Η Ελλάδα είχε πρόβλημα να παράγει αγαθά και υπηρεσίες που θέλουν να αγοράσουν οι άνθρωποι – αποτέλεσμα που είναι ένα επίμονα υψηλό εμπορικό έλλειμμα που ακόμα και σήμερα, εν μέσω της βαθύτερης ύφεσης, έχει δύσκολο προϋπολογισμό.

Αυτή η αλλοίωση της τιμολόγησης εξηγεί γιατί η Ελλάδα χρειάστηκε μια διάσωση ύψους 110 δισ. Ευρώ την περασμένη άνοιξη προκειμένου να αποφευχθεί η αθέτηση των οφειλών της. Το πρόβλημα ξεκίνησε την οικονομική κρίση που εξακολουθεί ακόμα να κλονίζει τη ζώνη του ευρώ. Επιδιώκοντας να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητα, η Ελλάδα, επειδή βρίσκεται στο ευρώ, δεν μπορεί να υποτιμήσει το νόμισμά της και, όπως και άλλα έθνη στην περιφέρεια της ζώνης, υποχρεώθηκε να επιβάλει αυτό που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «εσωτερική υποτίμηση».

Αντ ‘αυτού, η διαφορά στο κόστος εργασίας μεταξύ χωρών, όπως η Ελλάδα και η Γερμανία, θα κλείσει με τη δραστική μείωση των μισθών του δημόσιου τομέα – μια κίνηση που αποτελεί χαρακτηριστικό της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας της ελληνικής κυβέρνησης. Η βελτίωση, ωστόσο, της ανταγωνιστικότητας με τη μείωση των μισθών δεν είναι μόνο πολιτικά οδυνηρή, αλλά και χρονοβόρα.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η ελληνική κυβέρνηση συμφωνούν ότι μόνιμη πρόοδος μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη θέσπιση μεταρρυθμίσεων που θα διευκολύνουν τις ελληνικές επιχειρήσεις να παράγουν ποιοτικά αγαθά εξαγωγής. Τέτοια μέτρα περιλαμβάνουν τη μείωση των φόρων, τη διευκόλυνση των εταιρειών να αποκτήσουν άδειες επενδύσεων και – όπως επιχειρηματίες σαν τον κ. Πολιτόπουλο ελπίζουν – τη διάλυση παρωχημένων νόμων που περιορίζουν την επιχειρηματική παραγωγή.

Ο Γιώργος Π. Ζανιάς, ο κορυφαίος οικονομικός σύμβουλος του υπουργού Οικονομικών της Ελλάδας, Γιώργου Παπακωνσταντίνου, δήλωσε: “Ιστορικά, η πλευρά της προσφοράς της οικονομίας έχει παραμεληθεί – ήταν απλώς ζήτημα αυξανόμενης ζήτησης. Δημιουργήθηκαν κεκτημένα συμφέροντα και αυξήθηκαν οι οικονομικές στρεβλώσεις. ”

Οι εταιρείες στην Ελλάδα είχαν βαρεθεί να πωλούν τα προϊόντα τους σε μια προστατευόμενη τοπική οικονομία, η οποία υποκινήθηκε για πάντα από τις δαπάνες του δημόσιου ελλείμματος, δήλωσε ο κ. Ζανιάς. Με την πάροδο των ετών, οι ελληνικές εταιρείες αισθάνονταν ελάχιστη ανάγκη να δώσουν έμφαση στις εξαγωγές και η χώρα έγινε μια από τις πιο κλειστές οικονομίες της Ευρώπης, με εξαγωγές να αντιπροσωπεύουν μόλις το 20% της οικονομικής παραγωγής – περίπου το ήμισυ του μέσου όρου για τη ζώνη του ευρώ.

Τώρα, με τη σκληρά πιεσμένη κυβέρνηση που δεν μπορεί να δανειστεί και να δαπανήσει καθώς τα ελλείμματα συρρικνώνονται, οι εταιρείες υποχρεώνονται να πουλήσουν τα εμπορεύματά τους στο εξωτερικό, αν μπορούν.

Ο κ. Ζανιάς επισημαίνει το θετικό, όπως την κατά 40% αύξηση των εξαγωγών το Νοέμβριο. Σημειώνει, επίσης, ότι έχει περάσει/εγκριθεί ένας νόμος για να επιταχύνει τις μεγάλες επενδύσεις σε ξένα επενδυτικά προγράμματα και ότι το ελληνικό υπουργικό συμβούλιο έχει εγκρίνει νομοθεσία για να ανοίξει τα κλειστά επαγγέλματα στον ανταγωνισμό και να τους αναγκάσει να μειώσουν τις τιμές τους. Αλλά, ο οικονομολόγος μέσα του έχει επίγνωση της μακροπρόθεσμης βλάβης που έχει ήδη γίνει στην καπιταλιστική πρωτοβουλία εδώ. “Η Ελλάδα δεν ήταν ποτέ ένα εύκολο μέρος για να κάνει επιχειρήσεις”, παραδέχτηκε με αναστεναγμό.

Κανένα από αυτά δεν αποτελεί είδηση γιατον κ. Πολιτόπουλο.

Μαζί με το μεγαλύτερο αδελφό και επιχειρηματικό συνεργάτη του, Μιχάλη, ο κ. Πολιτόπουλος ήρθε στις Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές της δεκαετίας του 1980 σπουδάσει/εκπαιδευτεί – και ίσως να κάνει την τύχη του.

Έλαβε πτυχίο στη χημική μηχανική και επιχειρηματικότητα στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Stevens στο Hoboken, ενώ ο Μιχάλης πήγε στην Κολούμπια. Ο μεγαλύτερος αδελφός δημιούργησε και εξακολουθεί να διευθύνει μια επιχείρηση ειδικών χημικών προϊόντων στο Βόρειο Μπέργκεν, Ν.Τζ., ενώ ο κ. Πολιτόπουλος λέει ότι υιοθέτησε τη ζωή ενός νεαρού ανθρώπου, που εργάζεται σκληρά για τον αδελφό του και που παίζει εξίσου σκληρά στις ελεύθερες ώρες του στο Μανχάταν.

Το 1995 έπεισε τον αδελφό του και τον πατέρα του – έναν ανεξάρτητο επιχειρηματία που κατέχει ένα ξενοδοχείο Best Western στην Αθήνα – για να διατυπώσει την πεποίθησή του ότι η Ελλάδα “θα ήταν ένα εξαιρετικό σημείο για να ξεκινήσει ένα ζυθοποιείο”.

“Ο Frank Zappa είπε κάποτε ότι αν θέλεις να γίνεις έθνος πρέπει να έχεις αεροπορική εταιρεία και μπύρα”, είπε. “Λοιπόν, είχαμε μια αεροπορική εταιρεία.”

Ο Δημήτρης Πολιτόπουλος στη μικροζυθοποιία του στη βόρεια Ελλάδα. Λέει ότι οι Έλληνες ηγέτες πρέπει να κάνουν περισσότερα για να κάνουν τη χώρα πιο ελκυστική στις επιχειρήσεις. Credit: Ειρήνη Βουρλούμη για τους New York Times

Για να μην αναφέρω τη διασκέδαση που θα είχε/το πόσο καλά θα περνούσε.

“Πάντα αγαπούσε τη μπύρα”, είπε. «Απλά αντιληφθήκαμε ότι το μόνο που έπρεπε να κάνουμε είναι να πίνουμε λιγότερη μπύρα από ό,τι πουλήσαμε».

Σταμάτησε να εργάζεται για τον αδελφό του, σπούδασε ζυθοποιία στο Σικάγο και αγόρασε ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για την Ελλάδα το 1995 – επιλέγοντας ένα βιομηχανικό πάρκο στην Κομοτηνή, μια πόλη λίγες ώρες μακριά από τα τουρκικά σύνορα, ως το σημείο του εργοστασίου.

Ο 47χρονος κ. Πολιτόπουλος είναι ένας εργένης και, μερικές φορές, ενεργεί σαν ένα ηλικιωμένο αγόρι στο ανοιξιάτικο διάλειμμα, όπως για παράδειγμα όταν προτείνει μια νύχτα πάρτι με κορίτσια στην Κομοτηνή. Αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία στον τρόπο διαχείρισης της επιχείρησής του και στη δέσμευσή του να αποδώσει τα 11,5 εκατομμύρια ευρώ που ο πατέρας και ο αδελφός του έχουν επενδύσει.

«Θα προτιμούσα να πεθάνω παρά να χάσω τα χρήματα», είπε. Στις αναδυόμενες οικονομίες από τη Βραζιλία ως την Τουρκία, τη Νότια Αφρική και το Μεξικό, οι εταιρείες μπύρας έχουν συσσωρεύσει έκτακτα κέρδη. Ο κ. Πολιτόπουλος ελπίζει να επαναλάβει αυτό το μοτίβο.

Στην Ελλάδα, ωστόσο, η Amstel δημιούργησε ένα πρώιμο και κυρίαρχο οχυρό το 1963 μέσω μιας τοπικής εταιρείας που ονομάζεται Αθηναϊκή ζυθοποιία, δημιουργώντας αυστηρό έλεγχο των διαύλων διανομής μπύρας της χώρας. Όταν η Heineken απέκτησε την Amstel το 1968, η Heineken ανέλαβε τη θέση αυτή, η οποία, στην πραγματικότητα, περιλάμβανε ένα τεράστιο εμπόδιο για την είσοδο σε όσους ήλπιζαν να ιδρύσουν ένα τοπικό ζυθοποιείο.

Μέχρι τη στιγμή που ο κ. Πολιτόπουλος εγκατέστησε την εταιρεία του, που ονομάζεται Ζυθοποιία Μακεδονίας και Θράκης, η πρόσφυση της Heineken στην αγορά – το 90% περίπου τότε – ήταν τόσο ολοκληρωμένη ώστε το πράσινο χρώμα του υπογεγραμμένου μπουκαλιού της είχε γίνει συνώνυμο της μπύρας. (Αντί να παραγγέλνουν μία Heineken στις καφετέριες, οι άνθρωποι ζητούσαν απλά μια «πράσινη»).

Όταν ο κ. Πολιοτόπουλος ανακοίνωσε για πρώτη φορά τα σχέδιά του, η απάντηση στην Ελλάδα ήταν συχνά μια λέξη παρηγοριάς.

Όπως υπενθυμίζει, θα έλεγε: «Θα κάνουμε μια μεγάλη τοπική μπύρα», μόνο για να απαντήσουν οι υποψήφιοι πελάτες, «Αλλά η Ελλάδα έχει ήδη μια μπύρα, που ονομάζεται Heineken».

«Λοιπόν, ναι, αλλά η δική μας θα ονομάζεται Βεργίνα», που πήρε το όνομα της από την πόλη της Μακεδονίας όπου γεννήθηκε ο πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. “Θα έχει τέλεια γεύση και θα είναι φθηνότερη , δοκιμάστε!”

“Αλλά μια τέτοια μπύρα δεν υπάρχει”, λέει θα απαντούσε ο κόσμος τότε, και θα έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή.

“Ήταν σαν τη ζώνη λυκόφωτος”, αναπολεί ο κ. Πολιτόπουλος με ένα κούνημα του κεφαλιού του. (Παρεμπιπτόντως, η Premium Lager μπύρα της Βεργίνας είναι πολύ νόστιμη με έντονη και γεμάτη γεύση.) Ωστόσο, η στάση της Heineken στον Έλληνα πότη μπύρας είναι κάτι περισσότερο από ψυχολογική. Βασίζεται στα κέρδη που η Αθηναϊκή Ζυθοποιία παράγει για τη μητρική εταιρεία, το 98% που ανήκει στην Heineken International και διαχειρίζεται από τους Ολλανδούς.

Αν και η εταιρεία έχει μεγαλώσει, είναι ακόμα δύσκολο να βρει κανείς τις μπύρες της σε μεγάλα ξενοδοχεία και εστιατόρια στην Αθήνα. Τα δοχεία στοιβάζονται στο εργαστήριό του. CreditEirini Vourloumis για τους New York Times

Ο κ. Πολιτόπουλος ανέφερε: “Δεν πρόκειται για τα χρήματα. Είναι θέμα αρχής. Υπάρχουν νόμοι .Δε μπορείτε απλά να σκοτώσετε τον μικρό τύπο επειδή είστε μεγάλοι και ισχυροί. Κάνουμε μια καλή μπύρα και θέλουμε απλώς τον καταναλωτή να είναι ο ίδιος δικαστής και όχι οι ανταγωνιστές μας. ”

Προσθέτει ότι οι πολιτικοί στην Αθήνα – τόσο συντηρητικοί όσο και σοσιαλιστές – φαίνεται να καταλαβαίνουν ότι η παλιά κουλτούρα που επέτρεψε την κυριαρχία ενός τέτοιου μεγέθους και πεδίου εφαρμογής δεν είναι πλέον αποδεκτή εάν η Ελλάδα πρόκειται να δημιουργήσει τον τύπο ανάπτυξης που χρειάζεται για να πληρώσει τελικά το μεγάλο της χρέος.

Και δεν έχει καμία αμφιβολία ότι όταν οι σωστοί άνθρωποι στην Αθήνα ενημερωθούν για το νόμο του βασιλιά Όθωνα, όπως τον ονομάζει, θα διαγραφούν, επιτρέποντάς του να παράγει τα μπουκάλια του ελληνικού τσαιβουνού.

Ο Ευριπίδης Στυλιανίδης, πρώην υψηλόβαθμος υπουργός στο Κόμμα της Νέας Δημοκρατίας που έχασε την τρέχουσα σοσιαλιστική κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου το 2009, δήλωσε: «Αυτοί οι τύποι μονοπωλίων δεν είναι υγιείς για την Ελλάδα».

Ο κ. Στυλιανίδης χαιρετά από την Κομοτηνή και είναι ένας από τους πιο φιλόδοξους πολιτικούς υποστηρικτές του κ. Πολίτοπουλου. Είναι επίσης σπουδαστής μιας τεράστιας σειράς παλαιών νόμων που, όπως λέει, βλάπτουν τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Ένα αγαπημένο παράδειγμα: ένα διάταγμα που προστατεύει τα γαϊδούρια, δίνοντάς τους το δικαίωμα διέλευσης των ελληνικών δρόμων.

Και δεν έχει καμία αμφιβολία ότι, όταν οι σωστοί άνθρωποι στην Αθήνα ενημερωθούν για το νόμο του βασιλιά Όθωνα, όπως τον ονομάζει, θα διαγραφεί, επιτρέποντάς του να παραγάγει τα μπουκάλια του ελληνικού τσάι του βουνού.

Ο Ευριπίδης Στυλιανίδης, πρώην υψηλόβαθμος υπουργός στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας που έχασε την τρέχουσα σοσιαλιστική κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου το 2009, δήλωσε: «Αυτοί οι τύποι μονοπωλίων δεν είναι υγιείς για την Ελλάδα».

Ο κ. Στυλιανίδης κατάγεται από την Κομοτηνή και είναι ένας από τους πιο φιλόδοξους πολιτικούς υποστηρικτές του κ. Πολιτόπουλου. Είναι, επίσης, σπουδαστής μιας υπεράριθμης σειράς παλαιών νόμων που, όπως λέει, βλάπτουν τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Ένα αγαπημένο παράδειγμα: (υπάρχει) ένα διάταγμα που προστατεύει τα γαϊδούρια, δίνοντάς τους το δικαίωμα διέλευσης των ελληνικών δρόμων.

Σε σύγκριση με την Τουρκία, η Ελλάδα είχε εξαιρετικά χαμηλό ιστορικό στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Και ενώ, ένα νομοσχέδιο για την πραγματοποίηση μεγάλων επενδύσεων στην Ελλάδα στην ταχεία πορεία είναι τώρα νόμος, δεν υπήρξε κανένα σημάδι ότι οι επενδυτές ανταποκρίνονται σε μεγάλο βαθμό σε αυτή τη δήλωση της Αθήνας ότι η Ελλάδα είναι ανοικτή για επιχειρηματικούς σκοπούς.

Παρ ‘όλα αυτά και κατά την άποψη του Αχιλλέα Β. Κωνσταντακόπουλου, υπήρξε κάποια βελτίωση ενός κλάδου ναυτιλίας τον τελευταίο καιρό. Ο ίδιος είναι στη διαδικασία της επένδυσης 1,5 δισ. Ευρώ σε μια σειρά από τουριστικά θέρετρα υψηλών προδιαγραφών στην υποανάπτυκτη ακτή της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου. Το σχέδιο αυτό, ωστόσο, δημιουργήθηκε για πρώτη φορά πριν από 25 χρόνια από τον πατέρα του κ. Κωνσταντακόπουλου και ιδρυτή της οικογενειακής περιουσίας, κ. Βασίλη, ο οποίος πέθανε την περασμένη εβδομάδα. Το σχέδιο έχει υποστεί πολλές νομικές δυσκολίες. Μόνο πρόσφατα, ο κ. Κωνσταντακόπουλος ολοκλήρωσε το πρώτο από τα τέσσερα προγραμματισμένα θέρετρα, το Navarino Dunes.

“Υπάρχει πρόβλημα στην Ελλάδα”, είπε. “Για να γίνει κάτι πρέπει να προβλέπεται από το νόμο,” και αυτό μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες.

Αναφέρει, ωστόσο, ότι πιστεύει ότι τα πράγματα αλλάζουν και ότι αναμένει ότι ο γρήγορος νόμος για μεγάλες επενδύσεις θα ωφελήσει όχι μόνο το έργο της οικογένειάς του, αλλά και άλλα. «Οι νόμοι που ισχύουν ενθαρρύνουν την επένδυση», είπε στο γραφείο του στην Αθήνα, καθώς τσιμπούσε από ένα πιάτο σύκα και καρπούς. “Αυτές τις μέρες είναι πιο εύκολο να γίνουν τα πράγματα.”

Παρόλα αυτά, το έργο λείανσης της κατάργησης των παλαιών νόμων και η δημιουργία ενός ανοικτού, εμπορικού κλίματος που προσελκύει ξένους επενδυτές δεν μπορεί να ολοκληρωθεί εν μία νυκτί.

Και ο χρόνος περνά.

Αν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις, από τη στιγμή που το πρόγραμμα διάσωσης του Δ.Ν.Τ. ξεκινά την πορεία του 2013, η Ελλάδα θα επιβαρυνθεί με χρέος του Α.Ε.Π. με αναλογία σχεδόν 160% (δεύτερη στον κόσμο, μετά την Ιαπωνία) και απαίτηση να διατηρηθεί το έλλειμμα σε μόλις 3% του Α.Ε.Π..

Χωρίς σημαντική αναδιάρθρωση των χρεών της, η Ελλάδα μπορεί να μειώσει το ρυθμό αυτό γρήγορα μόνο εάν η οικονομία μεγαλώσει με ρυθμό που πλησιάζει το 4% κατά μέσο όρο, προτού πλησιάσει η κρίση το 2008. Ωστόσο, παρά την απουσία κυβερνητικής αντλίας-εκκίνησης, η Ελλάδα πρέπει να βασίζεται στον ετοιμοθάνατο ιδιωτικό τομέα της.

Μπορεί η Ελλάδα να επανεπενδυθεί και να γίνει παγκόσμια ανταγωνιστική;

Το ερώτημα παραπέμπει στην καρδιά του μέλλοντος του ευρώ. Εκτός από το δράμα των χρεών και των ελλειμμάτων, οι προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας είναι πράγματι μειωμένες, εάν δεν μπορούν να προσφέρουν αγαθά και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και ανταγωνιστικής τιμής. Το ίδιο ισχύει για την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, ακόμη και την Ιταλία.

Σε πρόσφατη έκθεση, η Αμερικανική Τράπεζα Merrill Lynch αναφέρει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας κατά τα επόμενα πέντε χρόνια θα είναι κατά μέσο όρο 1%, ποσοστό που θα μπορούσε να αναγκάσει τη χώρα να σταματήσει να πληρώνει ένα μέρος του χρέους της.

Εν τω μεταξύ, συνεχίζονται οι αγώνες των Πολιτοπούλων. Καθισμένος σε μια υπαίθρια καφετέρια ένα βροχερό καθημερινό απόγευμα στην Αθήνα νωρίτερα αυτό το μήνα, ο Μιχάλης Πολίτοπουλος, ο μεγαλύτερος αδερφός, μελετά τις απώλειες που έχει απορροφήσει η οικογένεια λόγω των πολλών χρόνων που χρειάστηκε για να φέρει τη Βεργίνα στην αγορά – για να μην πει τίποτα για την καούρα που όλοι έχουν υπομείνει.

Απολαμβάνοντας ένα ποτήρι Chivas Regal, προβλέψιμα, το ίδρυμα δεν αποθεματοποιεί τη Βεργίνα. Λέει ότι κάποτε σκέφτηκε να εγκαταλείψει πλήρως την επιχείρηση. Τώρα, με το όραμα των εκατομμυρίων μπουκαλιών πράσινου τσάι του βουνού να χορεύει μπροστά του, είναι έτοιμος να διπλασιάσει την Ελλάδα, μόλις ανατραπεί ο νόμος του βασιλιά Όθωνα.

“Τα δεινά του παρελθόντος καταρρέουν”, συνέχισε.

“Η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή παρά να ανοικοδομήσει, και ο μόνος τρόπος να το κάνουμε είναι να σηκώσουμε τα μανίκια μας και να ξεκινήσουμε από την αρχή”.

By LANDON THOMAS Jr. JAN. 29, 2011

ΠΗΓΗ nytimes.com

New York Times
«Το πρόβλημα της Ελλάδας; Ρωτήστε έναν επιχειρηματία»

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 31/01/2011 21:18

Τις απίστευτες (για τους ξένους) περιπέτειες το έλληνα επιχειρηματία Δημήτρη Πολιτόπουλου διεκτραγωδεί η εφημερίδα New York Times σε σημερινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμά της με τίτλο «Το πρόβλημα της Ελλάδας; Ρωτήστε έναν επιχειρηματία». Ο κ. Πολιτόπουλος, ιδιοκτήτης της ζυθοποιίας Βεργίνα, αναφέρεται διεξοδικά στον πόλεμο που έχει δεχθεί επί 12 ολόκληρα χρόνια από τον ολλανδικό κολοσσό Heineken, ο οποίος έχει οιονεί μονοπωλιακή θέση στην ελληνική αγορά ζύθου.

Σημειώνει ότι όταν επιχείρησε να δημιουργήσει τη Βεργίνα η Heineken κατείχε ποσοστό 90% στην ελληνική αγορά μπίρας (τώρα το ποσοστό της έπεσε στο 72% και, όπως αναφέρουν οι ΝΥΤ, είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο μετά το 99% που κατέχει στην αγορά της Αιγύπτου, γεγονός που δίνει στην εταιρεία τη δυνατότητα να επιβάλλει στην ελληνική αγορά τιμές κατά 30% υψηλότερες από τις τιμές στην ολλανδική).

Αλλωστε, οι πωλήσεις της Heineken στην ελληνική αγορά συνεισφέρουν κατά το 7,1% στο σύνολο των λειτουργικών κερδών του ομίλου, γράφουν οι ΝΥΤ.

Εν πάση περιπτώσει, ο κ. Πολιτόπουλος αναφέρει ότι τα προβλήματα που αντιμετώπισε κατά την εμπλοκή του στον ελληνικό κλάδο ζύθου ξεκίνησαν από τη διακίνηση του προϊόντος του (δεν έβρισκε διανομείς) και κατέληξαν στο… σκάσιμο των ελαστικών του προσωπικού αυτοκινήτου του και σε απειλητικά τηλεφωνήματα στην επιχείρησή του, όταν, το 2006, διαμαρτυρήθηκε με επιστολή του στην Ευρωπαϊκή Ενωση για την κατάσταση που επικρατεί στην ελληνική αγορά μπίρας.

«Ενα δαιδαλώδες νομικό καθεστώς επιτρέπει τη δημιουργία μονοπωλιακών συνθηκών σε πολλούς επιχειρηματικούς κλάδους, όπως επιτρέπει τη δημιουργία επαγγελματικών διακρίσεων»,

γράφει η αμερικανική εφημερίδα αναφερόμενη και στα λεγόμενα «κλειστά» επαγγέλματα του δικηγόρου, του συμβολαιογράφου, του φαρμακοποιού, «ακόμη και του οδηγού φορτηγού αυτοκινήτου». Και όλα αυτά «πλήττουν τον ανταγωνισμό σε μια χώρα που τόσο απελπισμένα προσπαθεί να γίνει ανταγωνιστική», σημειώνουν η ΝΥΤ και η ευρωπαϊκή της έκδοση International Herald Tribune.

ΠΗΓΗ tovima.gr

Προηγούμενο Πίσω Επόμενο
Περισσότερα
Μετάβαση στο περιεχόμενο